preservative$63665$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

preservative$63665$ - translation to ελληνικό

ADDITIVE DESIGNED TO PREVENT DECOMPOSITION
Preservatives; Artificial preservative

preservative      
n. συντηρητικό

Ορισμός

preservative

Βικιπαίδεια

Preservative

A preservative is a substance or a chemical that is added to products such as food products, beverages, pharmaceutical drugs, paints, biological samples, cosmetics, wood, and many other products to prevent decomposition by microbial growth or by undesirable chemical changes. In general, preservation is implemented in two modes, chemical and physical. Chemical preservation entails adding chemical compounds to the product. Physical preservation entails processes such as refrigeration or drying. Preservative food additives reduce the risk of foodborne infections, decrease microbial spoilage, and preserve fresh attributes and nutritional quality. Some physical techniques for food preservation include dehydration, UV-C radiation, freeze-drying, and refrigeration. Chemical preservation and physical preservation techniques are sometimes combined.